Ήταν Σάββατο πρωί και η Ελένη σηκώθηκε με
μόνο στόχο να χαζέψει τις εκπτώσεις που μόλις είχαν ξεκινήσει στη χώρα που
φέτος πλέον κατοικούσε. Θα πήγαινε μόνη, χωρίς τις παιδικές φίλες, αλλά
καλύτερα γιατί θα μπορούσε να ξεποδαριαστεί ώρες σε κάθε μαγαζί. Ήπιε γρήγορα
καφέ και πριν πάρει το τραμ για το κέντρο, μπήκε στο σουπερμάρκετ ακριβώς
απέναντι να πάρει ένα μπουκαλάκι νερό. Ήταν τόση η νύστα, όμως, ακόμη που με
δυσκολία απαντούσε στον ταμία που της έπιασε κουβέντα. Τη ρώτησε για την
καταγωγή της και πόσο διάστημα βρίσκεται στην πόλη και όλες τις κλασικές
ερωτήσεις για να καταφέρει τελικά να της δώσει το τηλέφωνό του πάνω σε μια
απόδειξη. Αυτό ήταν, η Ελένη γνώρισε τον Πολ! Αφού τα ψώνια δεν ευδοκίμησαν,
και μετά απ’ τις συμβουλές μιας φίλης της αποφάσισε να στείλει μήνυμα στον Πολ,
για να κανονίσουν να βρεθούν. Ο Πολ ανταποκρίθηκε και το ραντεβού έκλεισε για
την ερχόμενη Πέμπτη. Η αγωνία αναμφίβολα αρκετή, αφού δεν της περνούσε
αδιάφορος, ήταν όμως ένας άνθρωπος που καλά καλά δεν ήξερε.
Πέμπτη 21.00 στην κεντρική πλατεία, μπροστά
από το άγαλμα του στρατηγού βρέθηκαν και άρχισαν τη βόλτα τους με τα πόδια και
το ποδηλατάκι του ο Πολ ανά χείρας. Περπάτησαν τη μισή πόλη, μία ώρα και
παραπάνω, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε η Ελένη, καθώς τη χτυπούσαν και τα
παπούτσια της. Δεν κάθησαν σε μαγαζί, όπως εκείνη πρότεινε, παρά περπατούσαν,
περπατούσαν, ώσπου ο Πολ πρότεινε να πάνε στο σπίτι του για ένα ποτό. Εκείνη
δίστασε και άρχισε τα χαζοπειράγματα, αλλά ο Πολ τη διαβεβαίωσε ότι δεν
κινδυνεύει και ότι μπορεί από το κινητό του να πάρει την αστυνομία, της έμαθε
και το νούμερο της αστυνομίας στη νέα της χώρα πλέον και την καθησύχασε.
Έμενε μόνος του σε μια γκαρσονιέρα.
Συζητούσαν ώρες και όσο τον γνώριζε άρχιζε να της αρέσει, αφού έβλεπε ότι είχαν
κοινές απόψεις σε πολλά. Είχαν όμως και μεγάλες διαφορές. Ο Πολ της είπε ότι
είναι χορτοφάγος και ότι δεν πίνει, δεν πίνει καφέ και ότι δεν καπνίζει, εφόσον
κιόλας ασχολιόταν με τον αθλητισμό. Είχε παρατήσει εδώ και χρόνια τις σπουδές
του, ύστερα έβγαλε δίπλωμα για δάσκαλος του τζούντο, έκανε αρκετές δουλειές,
όπως στο σουπερμάρκετ τα Σαββατοκύριακα και τώρα ξανασύνεχιζε και τις σπουδές
του.
"Πωπω! Καθόλου κατασταλαγμένος για την
ηλικία του" σκέφτηκε η Ελένη. Εκείνη πάλι είχε έρθει στην πόλη για να
συνεχίσει τις σπουδές της σε ανώτερο επίπεδο και δεν σκάμπαζε πολλά από
αθλητισμό, όσο για δουλειές η Ελλάδα δεν της έδωσε πολλές ευκαιρίες. Παρ’ όλες
τις διαφορές της άρεσε και εκείνος μάλλον δικαιολογούσε τον τίτλο των Γάλλων
εραστών με τα ωραία λόγια, γιατί την έκανε να αισθάνεται όμορφα, σαν βασίλισσα,
συγγνώμη «πριγκίπισσα» την είπε, αλλά κάπου χαλάει στη μετάφραση.
Η Ελένη δεν πήρε χαμπάρι πότε την φίλησε
για πρώτη φορά και για πότε βρέθηκαν αγκαλιά για ώρες. Δεν είχε χάσει βέβαια τα
λογικά της, κατόρθωσε να ψελλίσει τα όριά της και δεν άφησε τη βραδιά να
προχωρήσει, αφού δεν ήθελε να τα κάνει όλα από το πρώτο βράδυ. Την άναβε
πραγματικά και δεν ήθελε να το παίξει σεμνότυφη, άλλωστε ποτέ δεν ήταν, απλά
διέκρινε κάποια προβλήματα, τα οποία στην χαρά, τον ενθουσιασμό και το πάθος
της στιγμής δεν μπορούσε να διαχειριστεί. Η ώρα άλλωστε είχε περάσει κατά πολύ
και του ζήτησε να τη συνοδέψει ως το σπίτι της, όπως και έγινε. Τη φίλαγε σα να
μην υπήρχε αύριο, αλλά και πάλι ήταν ώρα για καληνύχτα. Μήπως δεν θα υπήρχε
αύριο, αφότου έκλεινε πίσω της την πόρτα;
Η πόρτα έκλεισε και η νύστα της έκανε
ανάμεικτα τα συναισθήματα. Κοιμήθηκε γρήγορα χαρούμενη μπας και ξεχάσει. Το
άλλο πρωί ήρθε η ώρα της κρίσης! Ποια ήταν τα προβλήματα; Ο Πολ ήταν 37 και
εκείνη 28. Πολύ σημαντικό, κατά τη γνώμη της, εφόσον σιχαίνεται τη διαφορά
ηλικίας, συνήθιζε κιόλας να κοιτά άντρες μικρότερους. Της άρεσε τόσο, όμως, που
την ώρα που τον άκουγε, την ώρα που την άγγιζε, τη φίλαγε δεν το σκεφτόταν. Και
από την άλλη πώς να αντέξει μια τόσο διαφορετική καθημερινότητα και νοοτροπία;
Έφτανε μόνο το κλικ που της είχε κάνει; «Το κλικ»! Άλλη μια κλασική ατάκα των
απανταχού γυναικών προς τον άντρα που θέλουν, αλλά δυστυχώς της το είχε όντως
κάνει. Ναι, αλλά η Ελένη ήταν μικρή και είχε ανικανοποίητα όνειρα. Ήρθε σε μια
νέα πόλη και ήθελε νέες και περισσότερες ιστορίες, όχι αμέσως μια σχέση με έναν
τόσο μεγαλύτερο που θα την περιόριζε ειδικά λόγω των περίεργων συνηθειών του.
Τον είχε ρωτήσει αν ήταν από πάντα χορτοφάγος και δεν έπινε καφέ και αλκόολ κι
εκείνος της είχε απαντήσει πως ξεκίνησε αυτές τις συνήθειες πριν 1,5 χρόνο.
Αχ, γιατί να μη γνώριζε τον προηγούμενο
Πολ; Και πάλι όλα αυτά ακούγονται χαζά, ποταπά και δεν την ενδιέφεραν, αφού
ήθελε να ξεκινήσει κάτι μαζί του. Ο Πολ, όμως, ήταν ειλικρινής απέναντί της. Αυτό
που την τρόμαξε πιο πολύ απ ‘όλα, όσο και να μην το έδειξε ήταν η ασθένεια που
είχε περάσει πριν 1,5 περίπου χρόνο. Ο Πολ της είπε ότι πέρσι πέρασε λευχαιμία.
Ίσως γι’ αυτό να έκανε και όλες αυτές τις αλλαγές στη ζωή του, ίσως και αυτός
να φοβάται και σίγουρα θα πέρασε πολλά. Αλλά η Ελένη είδε έναν άνθρωπο που της
άρεσε τόσο πολύ και έδειξε τόσο κολλημένος πάνω της, έστω και για λίγες ώρες,
που όταν την επομένη έβαλε τη λογική να δουλέψει σκέφτηκε ότι ίσως όλο αυτό που
έχει περάσει να τον έκανε πιο ευαίσθητο και τόςο κολλημένο πάνω της. Όλα τα
άλλα εκμηδενίστηκαν και το μόνο που σκεφτόταν ήταν το ότι δεν θα ήταν εύκολο να
ξεκινήσει ένα δεσμό, διότι αν δεν ήταν όντως σίγουρη, δεν θα ήταν ωραίο να
παίξει μαζί του. Δεν το επέτρεπε ο χαρακτήρας της να παίξει με κάποιον που έχει
περάσει τόσα.
Αφού έκλαψε όλο το μεσημέρι της Παρασκευής,
πήρε μια απόφαση. Ο Πολ της έστειλε για να δει τι κάνει και να της πει ότι τη
σκέφτεται και ότι θέλει να την ξαναδεί και η Ελένη του απάντησε διστακτικά. Την
ξαναρώτησε γιατί προτιμούσε να βρεθούν έξω και όχι σπίτι του και του έδωσε πάλι
έμμεσα να καταλάβει ότι δεν είναι έτοιμη για σχέση. Ο Πολ δεν ήταν ηλίθιος,
άρχισε να πιάνει το νόημα, αν και κανόνισαν την Κυριακή το βράδυ να βρεθούν…
Είναι Κυριακή και η Ελένη του στέλνει για επιβεβαίωση και, αφού έχει κάνει
συνεδρίαση με τις κολλητές και έχει κλάψει, γκρινιάξει, έχει ματώσει η μύτη της
από την ένταση, θεωρεί ότι θα καταφέρει να του πει το όχι ευγενικά. Ο Πολ,
όμως, της απαντά ότι είναι κουρασμένος από τη δουλειά και ότι έχει το επόμενο
πρωί ραντεβού στο νοσοκομείο και δεν θα μπορέσει. Της το ακυρώνει και την
καληνυχτίζει χωρίς να της ζητήσει να τα πουν μια άλλη μέρα. Τελικά μάλλον
κατάλαβε… Η Ελένη στεναχωρήθηκε πάλι, αλλά αισθάνθηκε ότι μάλλον δεν ήθελε να
ακούσει κενές δικαιολογίες από κοντά. Καλύτερα έτσι…
Έκανε καλά η Ελένη; Μέσα της δεν είναι
σίγουρη, είναι φρέσκο ακόμη και πονάει… Ναι, πονάει γιατί της έκανε το κλικ που
είχε καιρό να το νιώσει και τον έδιωξε η ίδια. Πονάει πολύ η λογική τελικά! Η
λογική κέρδισε την καρδιά, κι αυτό γιατί η Ελένη αισθανόταν αδύναμη να
αντιμετωπίσει τόσα. Άλλος μπορεί να την πει μικρόψυχη ή δειλή που έβαλε την
ασθένεια και τις διαφορές πάνω απ’ όλα. Πώς όμως θα μπορούσε να ακολουθήσει
τόσο διαφορετικό τρόπο ζωής, πώς θα έκανε πίσω στα θέλω της η 28χρονη, εφόσον ο
37χρονος Πολ τα είχε ήδη ζήσει νεότερος αυτά; Η Ελένη θα θυμάται τη δειλία της
για χρόνια και τον Πολ για μια ζωή. Μακάρι να είχε τη δύναμη να του πει κι
εκείνη τι ένιωσε. Έκλαψε γιατί ένιωσε πολλά, αλλά στάθηκε δέσμια της λογικής
και δεν ξέρει τι να συμβουλέψει πλέον τις φίλες της.
Τελικά η καρδιά νιώθει και το μυαλό πράττει
ή το αντίστροφο; Ποιο από τα δύο είναι το σωστό;
Ελπίδα Σκλήκα
Για πες μας εσυ...Τι προτιμάς....Η μάλλον ως τώρα πως λειτουργεις??? Υπέροχο κείμενο Αλεξιάννα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ´ ευχαριστώ Μάκη μου, αλλά δεν είναι δικό μου, αλλά της καλής μου φίλης Ελπίδας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω τι θα προτιμούσα, για μένα το καλύτερο είναι συνδυασμός καρδιάς και μυαλού, όπου χωλαίνει το ένα να αναλαμβάνει δράση το άλλο. Για μένα αυτά τα δύο δεν είναι αντίθετα, αλλά αλληλοσυμπληρούμενα. Τώρα αν τύχει να συγκρούονται, όπως στην περίπτωση της Ελένης στην ιστορία, τα πράγματα δυσκολεύουν επικίνδυνα. Και δεν μπορώ να σου πω εύκολα τι από τα δυο θα επέλεγα...
Ορίστε να ένα θέμα που δεν είσαι απόλυτα ξεκάθαρη! Βέβαια για να σου πω την αλήθεια πολλές φορές αυτό είναι καλο γιατί σου δίνει την δυνατότητα να ζεις πράγματα που δεν θα ζούσες αν ήσουν απόλυτος...Άλλωστε είναι δύσκολο να διαλέξεις...Και το μυαλό όπως και να έχει σε γλιτώνει από τις κακοτοπιές...Η καρδιά από την άλλη σε βάζει σε μπελάδες αλλά αυτό που νιώθεις δεν περιγράφεται...
ΔιαγραφήΤώρα που το σκέφτομαι νομίζω πως το θέμα δεν είναι τόσο το αν θα ακολουθήσεις την καρδιά ή το μυαλό αλλά το αν θα κάνεις ή δεν θα κάνεις κάτι. Συχνά σε πολλούς τομείς, ερωτικούς, επαγγελματικούς, είμαστε στο δίλημμα του αν θα προχωρήσουμε σε κάποιο βήμα ή όχι. Νομίζω, λοιπόν, πως πάντα πρέπει να διαλέγουμε το να κάνουμε το βήμα, είτε μας το λέει η καρδιά είτε το μυαλό. Καλύτερα να μετανιώνεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δεν έκανες. Καλύτερα να ακολουθήσεις το μυαλό, όταν η καρδιά φοβάται μπροστά στο άγνωστο και καλύτερα να ακολουθήσεις την καρδιά, όταν το μυαλό σου βάζει χίλια εμπόδια. Θετική δράση λοιπόν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤώρα, για το τι γίνεται όταν η καρδιά σου λέει ένα βήμα και το μυαλό άλλο, εκεί σκουραίνουν τα πράγματα...
Δίκιο έχεις. Είναι λίγο περίπλοκη η κατάσταση αυτή. Θετική δράση όμως και όλα καλυτερευουν! Είδες συμφώνησα επιτέλους!χαχα
ΔιαγραφήΥ.Γ. Σου έχω ένα βραβείο σιδηρόδρομο! Αν μπορέσεις και θελήσεις σε περιμένω για παραλαβη! Φιλια!
Σ´ ευχαριστώ πάρα πολύ! Μπήκα όμως μόλις και δεν το είδα σε σένα,
Διαγραφή