10 Ιαν 2014

Αν δεν ήταν Ελληνίδα...




Καθώς προσγειωνόταν το αεροπλάνο, έσκυψε το κεφάλι της και χάζεψε τον ήλιο που λαμπύριζε πάνω στη θάλασσα. Ήταν τέλη Οκτωβρίου. Το φως της φάνηκε παράξενο, είχε συνηθίσει τη μουντάδα στη Γερμανία. Για μια στιγμή σφίχτηκε η καρδιά της. Όχι λόγω της θύμησης της μουντάδας μα που είχε ξεσυνηθίσει όλη αυτή τη λιακάδα. Στο αεροδρόμιο, στο σπίτι, στην Ελλάδα την περίμεναν όλοι αυτοί για τους οποίους είχε έρθει. Αγαπημένοι της άνθρωποι, τα ζωάκια της, το παιδικό της δωμάτιο. Οι δρόμοι, οι μυρωδιές, τα μαγαζιά της Αθήνας. Οι επιβάτες του μετρό που μιλούσαν ελληνικά, ξεχασμένος ήχος από τόσες πολλές φωνές μαζί.

Νόμιζε πως θα ενθουσιαζόταν. Πως με το που πατούσε το πόδι της στα πάτρια εδάφη θα αισθανόταν ένα κύμα αγαλλίασης. Δεν το ένιωσε, δεν ενθουσιάστηκε. Το κεφάλι της άρχισε μετά από λίγο να πονάει από τις κόρνες, τα μάτια της θάμπωσαν από την ασχήμια των σπιτιών, τα πόδια της κουράστηκαν να σκουντουφλάνε στα ξεχαρβαλωμένα πεζοδρόμια. Της έλειπε η ηρεμία και η τάξη της Γερμανίας, αλλά δεν ήταν αυτό που της είχε πάρει τον ενθουσιασμό. Εντάξει, σίγουρα κάποια πράγματα, που παλαιότερα δεν τα πρόσεχε καν, τώρα την ενοχλούσαν αρκετά. Μα το βασικότερο που της έλειπε εδώ, στην πατρίδα της ήταν το συναίσθημα της σιγουριάς, της δυνατότητας να κάνει σχέδια για το μέλλον. Αισθανόταν τουρίστρια στην Αθήνα. Όχι τόσο υπό την έννοια πως πια είχε συνηθίσει σε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, μα κυρίως γιατί περιδιάβαινε σε αυτή την πόλη ξέροντας πως πια δεν είχε τίποτα να της δώσει. Μόνο μερικές νύχτες κάτω από τον έναστρο ουρανό ακόμα και το χειμώνα, μερικές βόλτες στα πλακόστρωτα σοκάκια της Πλάκας, μερικά μπάνια το καλοκαίρι.
Μα δεν μπορούσε να της δώσει το δικαίωμα να ονειρεύεται. Να ψάχνει για δουλειά, να εξελίσσεται, να μπορεί να πει πως σε μερικά χρόνια θα φύγει από το σπίτι των γονιών της και θα κάνει τη δική της οικογένεια. Όσο ήταν φοιτήτρια ήταν καλά. Αλλά μετά, όταν είσαι πια έτοιμος να κάνεις το κάτι παραπάνω στη ζωή σου, τι γίνεται; Δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι υπήρξαν ή θα υπάρξουν γενιές που αυτό το κάτι παραπάνω θα το έκαναν εδώ. Με ποιον τρόπο;
Ήταν θλιμμένη. Θλιμμένη γιατί η καρδιά της ήταν χωρισμένη στα δύο. Ανάμεσα στη χώρα που τη γέννησε, που τη μεγάλωσε, που της μπούκωσε το μυαλό αναμνήσεις, που την ένωσε με ανθρώπους, πράγματα και μέρη και ανάμεσα στη χώρα που της προσέφερε μέλλον και όχι μόνο παρελθόν. Αν η καταγωγή της ήταν από τη Γερμανία, δεν θα χρειαζόταν να εδρεύει αλλού το παρελθόν της και αλλού το μέλλον της. Κι ίσως αν η καταγωγή της ήταν από κάποια άλλη φτωχή χώρα, να μην την ενδιέφερε αυτό το παρελθόν. Μα ήταν Ελληνίδα. Και λάτρευε όλα όσα είχε αφήσει πίσω της φεύγοντας. Ήταν δεμένη με την οικογένεια της, αγαπούσε ακόμα και τα άψυχα τούβλα των τοίχων του σπιτιού της και δεν μπορούσε να φανταστεί μακροπρόθεσμα τη ζωή της σε απόσταση μεγαλύτερη των πενήντα χιλιομέτρων από τη θάλασσα. Μα δεν μπορούσε να προσπεράσει και τη χώρα που της έδινε απλόχερα ευκαιρίες, που την αντάμειβε για όσα προσπαθούσε.
Αυτό την έθλιβε, αυτό της έπαιρνε τον ενθουσιασμό. Που αγαπούσε κάτι που πια ήταν πουκάμισο αδειανό. Που λαχταρούσε τόσο πολύ να επιστρέψει σε ένα μέρος που πια μόνο ως μέρος διακοπών μπορούσε να χρησιμεύσει. Δεν ήθελε να σταματήσει να το αγαπάει, δεν μπορούσε άλλωστε. Απλώς όλο και συχνότερα συνειδητοποιούσε ότι αυτή η αγάπη της γινόταν βάρος, αφού ούτε κίνητρο να επιστρέψει πίσω μπορούσε να αποτελέσει – αυτό θα ήταν τρέλα- και ταυτόχρονα τη γέμιζε με συναισθήματα έλλειψης και μοναξιάς κάθε που έμενε για μεγάλο χρονικό διάστημα «στα ξένα», όπως χαριτολογώντας της έλεγαν οι φίλοι της. Ίσως αν δεν ήταν Ελληνίδα να ήταν πιο ευτυχισμένη, σκεφτόταν πού και πού και αμέσως το μετάνιωνε. Μα ήταν αλήθεια.

Διαβάστε και στο eyedoll.

10 σχόλια:

  1. ως ένα από κείμενα που ξεχώρισαν για την εβδομάδα που πέρασε σύμφωνα με την ομώνυμη ενότητα του yannidakis, η παρούσα καταχώρηση του ιστολογίου. Το ιστολόγιο είναι πλέον υποψήφιο για την μηνιαία βράβευση "ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ". Καληνωρίσματα :[

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τελικά μπορείς να μου απαντήσεις? Το μέρος και η προοπτική που σου δίνει μπορεί να σε κάνει να ονειρεύεσαι ή η λογική του να μην το βάζεις κάτω και να προσπαθείς συνέχεια να αλλάζεις ΕΣΥ τα δεδομένα για τους γύρω σου και για σένα?Ακόμα και μέσα στις λάσπες...

    Υ.Γ. Προσωπικά...Το μέρος που μεγάλωσα...που έζησα τα παιδικά μου χρόνια, που μύρισα το βρεγμένο χώμα του, που μάτωσα τα γόνατα μου δεν θα το άλλαζα με τίποτα... Να απογοητευόμουν ίσως...Δεν ξέρω αν θα μου φαινότανε ξένο όμως...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αν ονειρεύεσαι με βάση μόνο το μέρος και τις προοπτικές ρέπεις σε επικίνδυνο ρεαλισμό κατά τη γνώμη μου, κυνικότητα θα το έλεγα. Αν ονειρεύεσαι μόνο με τη λογική του δεν το βάζω κάτω ρέπεις σε αθεράπευτο ρομαντισμό. Για μένα χρειάζεται ένας συνδυασμός και των δύο...
      Τώρα, για το δεύτερό σου ερώτημα, ξένο σου φαίνεται αρχικά, μετά φυσικά νιώθεις τη θαλπωρή των αναμνήσεων, όμως όταν βλέπεις ότι μόνο οι αναμνήσεις σε κρατάνε, νιώθεις παγωμένος.
      Είναι αυτό που είπε ο Gramsci και μου το επεσήμανε ένας σοφός, καλός φίλος: αισιοδοξία της βούλησης μα απαισιοδοξία της σκέψης. Θες να αγαπάς τον τόπο σου, να ζήσεις σε αυτόν και να τα καταφέρεις, μα βλέποντας πως κάθε μέρα αυτό απομακρύνεται ως ενδεχόμενο όλο και περισσότερο, τα βλέπεις τα πράγματα πιο απαισιόδοξα και αναγκαστικά μέσα σου διαχωρίζεις τα μέρη: αυτό που αγαπάς, που είναι ο τόπος σου αλλά πλέον είναι τόπος διακοπών και αυτό που μπορεί να σε βοηθήσει να προχωρήσεις στην καριέρα σου ή τις σπουδές σου. Αυτός ο διαχωρισμός είναι οδυνηρός και δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Όταν γίνει όμως σε χωρίζει κυριολεκτικά στα δύο και πάντα, όπου κι αν είσαι κάτι σου λείπει...

      Διαγραφή
  3. Αν και "παθών" (γύρισα Ελλάδα έχοντας σπουδάσει στο εξωτερικό υπακούοντας στο συναίσθημα αλλά και εν μέρει στη λογική...) πιστεύω πλέον ότι όπου νοιώθεις καλά εκεί πρέπει να μείνεις. Το θέμα είναι αν σου λείπουν τα ελληνικά ήθη/έθιμα και ο ελληνικός τρόπος σκέψης/συμπεριφοράς: αν ναι, τότε δεν υπάρχει γιατρειά, θα πονάς πάντα, αν όχι, τότε θα προσαρμοστείς (αφού θα θεωρήσεις την νοοτροπία και τον τρόπο συμπεριφοράς των κατοίκων του άλλου τόπου πιο οικεία σε σένα) και, αφού σιγά-σιγά θα δημιουργήσεις και εκεί φίλους και θα νοιώσεις καλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δεν μίλησα πουθενά για ήθη και έθιμα, μίλησα για αναμνήσεις, για ανθρώπους, γενικά για ό,τι εννοούμε με τη λέξη παρελθόν και το οποίο, όσο κι αν δεν το παραδεχόμαστε πάντα, μας καθορίζιει. Και ναι, φυσικά αν χρειαστεί μπορείς να τα διαγράψεις όλα και να ζήσεις χωρίς παρελθόν ή μόνο με ένα μικρό κομμάτι του, όμως πρέπει κανείς να είναι αφελής ή να εθελοτυφλεί, αν πιστεύει ότι αυτό είναι μια απλή διαδικασία που ολοκληρώνεται όταν κάνεις φίλους στον καινούριο τόπο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Το παρελθόν το κουβαλάς μέσα σου και δεν το διαγράφεις, αν αφήσεις όμως να καθορίζει το μέλλον τότε... Τα ήθη/έθιμα έχουν την έννοια ότι "κηδεμονεύουν" τις σκέψεις σου (αφού σου λείπουν στο νέο τόπο...) και επαναφέρουν με δραματικό τρόπο το παρελθόν στο προσκήνιο. Για τον Έλληνα οι φίλοι και οι παρέες είναι καθοριστικό "έθιμο" που τον διαφοροποιεί από τους ξένους, ιδίως τους βόρειους, ισχύει δε το στερεότυπο (ίσως να είναι και αλήθεια) ότι οι βόρειοι δεν κάνουν φίλους... Δεν είπα ότι είναι απλή διαδικασία, θέλω μόνο να τονίσω ότι στη ζυγαριά παρελθόν/μέλλον πρέπει το δεύτερο να υπερισχύσει. Και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να παίξει ρόλο η αισιοδοξία της βούλησης...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. το καλύτερο είναι να μπορείς να συνδυάσεις παρελθόν μαζί με μέλλον. Και για μένα αν μπορείς να το κάνεις αυτό, ακόμα κι αν χρειαστούν κάποιες θυσίες, πρέπει να το κάνεις. Δεν είπε κανείς να ζει πουθενά χωρίς μέλλον, αλλά όπου και αν είσαι θα υπάρχουν πράγματα που θα σε ενοχλούν. Και για μένα προσωπικά στη ζυγαριά με ενοχλεί περισσότερο να είμαι μακριά από τον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα παρά το ότι σε αυτόν υπάρχουν κάφροι που ακούν σκυλάδικα και λένε μαλακίες. Στο κάτω κάτω ο μικρόκοσμος είναι αυτός που έχει σημασία και αυτόν τον φτιάχνεις όπως θες!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Απλά οι μαλάκες μου φτιάχνουν το μέλλον με τις πολιτικές και κοινωνικές επιλογές τους που, φοβάμαι, θα διαρρήξει αργά ή γρήγορα το "φρούριο" μικρόκοσμου που έχω φτιάξει. Ο όρος "γεννήθηκα" είναι σωστός, ό όρος "μεγάλωσα" εν μέρει αφού μονίμως μεγαλώνουμε...

      Διαγραφή
    2. Ε αν γίνει αυτό, τότε θα φύγουμε όλοι και δεν θα τίθεται θέμα επιλογής. Και φυσικά, σε τέτοια περίπτωση, που δεν μπορείς να κάνεις τίποτα άλλο, κοιτάς να περνάς καλά όπου κι αν είσαι. Εγώ παραπάνω μίλησα για την περίπτωση επιλογής, για την περίπτωση που σταθμίζεις τα πλεονεκτήματα της μίας ή της άλλης λύσης...

      Διαγραφή